Συναισθηματικός στα δανικά
Μετάφραση: συναισθηματικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
følelsesmæssige, følelsesmæssig, følelsesladet, emotionel, emotionelle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναισθηματικός
συναισθηματικός τομέας, συναισθηματικόσ πόνοσ, συναισθηματικός τομέας bloom, συναισθηματικός συνώνυμο, συναισθηματικός εγγραμματισμός, συναισθηματικός λεξικό γλώσσας δανικά, συναισθηματικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- συναθροίζω στα δανικά - forsamles, samle, indsamle, samles, samler, indhente
- συναινώ στα δανικά - samtykke, tilladelse, godkendelse, tilladelsen
- συναλλαγή στα δανικά - transaktion, transaktionen, transaktioner
- συναναστρέφομαι στα δανικά - mænge, mænge sig, hobnob, klinke
Τυχαίες λέξεις
Συναισθηματικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: følelsesmæssige, følelsesmæssig, følelsesladet, emotionel, emotionelle
Μεταφράσεις: følelsesmæssige, følelsesmæssig, følelsesladet, emotionel, emotionelle