Συναισθηματικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συναισθηματικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
emocional, emocionais, emotivo, afetivo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναισθηματικός
συναισθηματικός τομέας, συναισθηματικόσ πόνοσ, συναισθηματικός τομέας bloom, συναισθηματικός συνώνυμο, συναισθηματικός εγγραμματισμός, συναισθηματικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συναισθηματικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συναθροίζω στα πορτογαλικά - montar, monte, reunir, coletar, recolher, se reúnem, juntar
- συναινώ στα πορτογαλικά - aquiescer, consentimento, autorização, o consentimento, aprovação, de consentimento
- συναλλαγή στα πορτογαλικά - transação, transacção, transações, de transação, de transações
- συναναστρέφομαι στα πορτογαλικά - beber em companhia, confraternizar, hobnob, ter intimidade con
Τυχαίες λέξεις
Συναισθηματικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: emocional, emocionais, emotivo, afetivo
Μεταφράσεις: emocional, emocionais, emotivo, afetivo