Συντηρητικός στα δανικά

Μετάφραση: συντηρητικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
konservativ, konservative, konservativt, forsigtig, forsigtigt
Συντηρητικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντηρητικός

συντηρητικός φιλελευθερισμός, συντηρητικός συνώνυμα, συντηρητικός εθνικισμός, συντηρητικός στα αγγλικα, συντηρητικός ορισμός, συντηρητικός λεξικό γλώσσας δανικά, συντηρητικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συντεταγμένη στα δανικά - koordinere, samordne, koordinerer, koordinering, samordner
  • συντεχνία στα δανικά - guild, orden, ordenen, orden med, ordenslægen
  • συντηρώ στα δανικά - støtte, beholde, vedligeholde, opretholde, bevare, fastholde, holde
  • συντομία στα δανικά - åndenød, korte, kortåndethed, åndenød i, korte varighed
Τυχαίες λέξεις
Συντηρητικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: konservativ, konservative, konservativt, forsigtig, forsigtigt