Συντηρητικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: συντηρητικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
behoudend, conservatief, conservatieve, voorzichtige, behoudende
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντηρητικός
συντηρητικός φιλελευθερισμός, συντηρητικός συνώνυμα, συντηρητικός εθνικισμός, συντηρητικός στα αγγλικα, συντηρητικός ορισμός, συντηρητικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συντηρητικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- συντεταγμένη στα ολλανδικά - coördineren, bijeenschakelen, te coördineren, coördinaat, coördinatie van, coördineert
- συντεχνία στα ολλανδικά - vakvereniging, buik, sociëteit, gemeenschap, samenleving, vereniging, club, ...
- συντηρώ στα ολλανδικά - steunen, schragen, besparen, inleggen, uitsparen, inmaken, behouden, ...
- συντομία στα ολλανδικά - kortheid, kortademigheid, tekort, shortness, korte duur
Τυχαίες λέξεις
Συντηρητικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: behoudend, conservatief, conservatieve, voorzichtige, behoudende
Μεταφράσεις: behoudend, conservatief, conservatieve, voorzichtige, behoudende