Συντονισμός στα δανικά
Μετάφραση: συντονισμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
koordination, koordinering, samordning, koordineringen, samordningen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντονισμός
συντονισμός αγγλικά, συντονισμός πρωτοβάθμιων σωματείων, συντονισμός σχολικής ζωής, συντονισμός υποτίτλων, συντονισμός ταλάντωσης, συντονισμός λεξικό γλώσσας δανικά, συντονισμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- συντομεύω στα δανικά - indskrænke, forkorte, afkorte, at forkorte
- συντονίζω στα δανικά - koordinere, samordne, koordinerer, koordinering, samordner
- συντρίβω στα δανικά - knuse, squelch, kvæle, undertrykke, plaske, slubre
- συντριπτικός στα δανικά - knusning, knuse, knusende, at knuse, knusning af
Τυχαίες λέξεις
Συντονισμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: koordination, koordinering, samordning, koordineringen, samordningen
Μεταφράσεις: koordination, koordinering, samordning, koordineringen, samordningen