Συντονισμός στα λιθουανικά
Μετάφραση: συντονισμός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
koordinavimas, koordinavimo, koordinavimą, koordinuoti, derinimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντονισμός
συντονισμός αγγλικά, συντονισμός πρωτοβάθμιων σωματείων, συντονισμός σχολικής ζωής, συντονισμός υποτίτλων, συντονισμός ταλάντωσης, συντονισμός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συντονισμός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συντομεύω στα λιθουανικά - sutrumpinti, siaurinti, atimti, Okroić, Apsiriboti
- συντονίζω στα λιθουανικά - koordinuoti, koordinuoja, derinti, koordinačių, suderinti
- συντρίβω στα λιθουανικά - brūkšnys, šliuksėti, žlegsėti, žlegsėjimas, žliugsėti, žliugsėjimas
- συντριπτικός στα λιθουανικά - trupinimo, gniuždymo, smulkinimo, smulkinimas, susmulkinimo
Τυχαίες λέξεις
Συντονισμός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: koordinavimas, koordinavimo, koordinavimą, koordinuoti, derinimas
Μεταφράσεις: koordinavimas, koordinavimo, koordinavimą, koordinuoti, derinimas