Σφουγγαρίστρα στα δανικά
Μετάφραση: σφουγγαρίστρα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
moppe, mop, moppen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίστρα
σφουγγαρίστρα μετάφραση, σφουγγαρίστρα vileda, σφουγγαρίστρα τιμές, σφουγγαρίστρα γερμανικα, ηλεκτρική σκούπα-σφουγγαρίστρα, σφουγγαρίστρα λεξικό γλώσσας δανικά, σφουγγαρίστρα στα δανικά
Μεταφράσεις
- σφοδρός στα δανικά - voldsom, heftige, heftig, heftigt, voldsomme
- σφουγγαρίζω στα δανικά - moppe, mop, moppen
- σφράγισμα στα δανικά - fyldning, påfyldning, fyld, paafyldning, fyldet
- σφρίγος στα δανικά - vigør, livskraft, kraft, energi, energisk
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίστρα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: moppe, mop, moppen
Μεταφράσεις: moppe, mop, moppen