Σχισμή στα δανικά
Μετάφραση: σχισμή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
revne, slot, spalte, åbningen, slids, slidsen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχισμή
σχισμή sylvius, σχισμή της αφροδίτης, σχισμή στη γλώσσα, σχισμή του sylvius, σχισμή πρωκτού, σχισμή λεξικό γλώσσας δανικά, σχισμή στα δανικά
Μεταφράσεις
- σχηματίζω στα δανικά - mode, måde, form, facon, skimmel, mug, Skimmelsvamp, ...
- σχηματισμός στα δανικά - dannelse, formation, dannelsen, formationen, dannes
- σχιστόλιθος στα δανικά - skifer, slate, tavle, skifergrå
- σχολαστικός στα δανικά - boglig, boglige, lærd, bookish, læsende
Τυχαίες λέξεις
Σχισμή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: revne, slot, spalte, åbningen, slids, slidsen
Μεταφράσεις: revne, slot, spalte, åbningen, slids, slidsen