Σύμπλεγμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: σύμπλεγμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рий, згрупувати, кластер, група, угруповання, пучок, гурт, колектив, рій, ліганд, комплекс
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύμπλεγμα
σύμπλεγμα β, σύμπλεγμα qrs, συμπλεγμα λαοκόοντα, σύμπλεγμα ανωτερότητας, σύμπλεγμα της ηλέκτρας, σύμπλεγμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύμπλεγμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σύμμαχος στα ουκρανικά - об'єднати, об'єднувати, спільник, споріднений, союзник, родинний, союзний, ...
- σύμπηξη στα ουκρανικά - коагуляція, конкреція
- σύμπτωμα στα ουκρανικά - признак, ознака, симптом
- σύμφωνο στα ουκρανικά - статут, договір, домовленість, угода, приголосний, згоден, згідний, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύμπλεγμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рий, згрупувати, кластер, група, угруповання, пучок, гурт, колектив, рій, ліганд, комплекс
Μεταφράσεις: рий, згрупувати, кластер, група, угруповання, пучок, гурт, колектив, рій, ліганд, комплекс