Ταξιδεύω στα δανικά
Μετάφραση: ταξιδεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fare, rejse, gå, tur, rejser, rejser til, en rejse til, Travel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταξιδεύω
ταξιδεύω συνώνυμα, ταξιδεύω στιχοιμα stixoi, ταξιδεύω το εγώ μου lyrics, ταξιδεύω το εγώ μου, ταξιδεύω στιχοιμα στιχοι, ταξιδεύω λεξικό γλώσσας δανικά, ταξιδεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ταξιαρχία στα δανικά - brigade, brigaden, brigadeniveau
- ταξιδάκι στα δανικά - tur, rejse, turen, trip, rejsen
- ταξιδιώτης στα δανικά - rejsende, fra rejsende, rejsendes
- ταξινομώ στα δανικά - slags, Sorter, Sortér, art, Sorteret
Τυχαίες λέξεις
Ταξιδεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fare, rejse, gå, tur, rejser, rejser til, en rejse til, Travel
Μεταφράσεις: fare, rejse, gå, tur, rejser, rejser til, en rejse til, Travel