Ταξιδεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ταξιδεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kelionė, keliauti, eiti, kelionės, Travel, kelionių, kelionei
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταξιδεύω
ταξιδεύω συνώνυμα, ταξιδεύω στιχοιμα stixoi, ταξιδεύω το εγώ μου lyrics, ταξιδεύω το εγώ μου, ταξιδεύω στιχοιμα στιχοι, ταξιδεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ταξιδεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ταξιαρχία στα λιθουανικά - komanda, brigada, Brigade, brigados
- ταξιδάκι στα λιθουανικά - kelionė, Kelionės, kelionę, trip, reisas
- ταξιδιώτης στα λιθουανικά - keliautojas, keleivis, keliaujantis
- ταξινομώ στα λιθουανικά - rūšiuoti, tarsi, Rikiuoti, rūšies, rūšiavimo
Τυχαίες λέξεις
Ταξιδεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kelionė, keliauti, eiti, kelionės, Travel, kelionių, kelionei
Μεταφράσεις: kelionė, keliauti, eiti, kelionės, Travel, kelionių, kelionei