Τετράγωνο στα δανικά

Μετάφραση: τετράγωνο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kvadrat, firkantet, plads, firkant, square, pladsen
Τετράγωνο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τετράγωνο

τετράγωνο 19, τετράγωνο καρπούζι, τετράγωνο πλούτωνα ουρανού, τετράγωνο πρόσωπο, τετράγωνο ουρανού πλούτωνα 2014, τετράγωνο λεξικό γλώσσας δανικά, τετράγωνο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τερπνός στα δανικά - behagelig, behageligt, behagelige, hyggelig, uforglemmeligt
  • τεσσαρακοστός στα δανικά - fyrretyvende, fyrretyvendedel, fyrre, fyrrende
  • τετραπέρατος στα δανικά - dreven, meget klog, meget dygtig, dygtig
  • τετραπλασιάζω στα δανικά - firedobbelt, firdoble, firdobbelt, Firepersoners, Fire mands
Τυχαίες λέξεις
Τετράγωνο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kvadrat, firkantet, plads, firkant, square, pladsen