Τιθασεύω στα δανικά
Μετάφραση: τιθασεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
blødgøre, at blødgøre, bløde, blødgør, blødgøres
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τιθασεύω
τιθασεύω συνώνυμα, τιθασεύω λεξικό γλώσσας δανικά, τιθασεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- της] στα δανικά - eje, egen, have, besidde, af, for, i, ...
- τι στα δανικά - hvad, hvad der
- τικ στα δανικά - Teak, Teak på, Teak i, af teak
- τιμάριο στα δανικά - fejde, Feud, striden, fejden
Τυχαίες λέξεις
Τιθασεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: blødgøre, at blødgøre, bløde, blødgør, blødgøres
Μεταφράσεις: blødgøre, at blødgøre, bløde, blødgør, blødgøres