Τιμαλφή στα δανικά

Μετάφραση: τιμαλφή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
værdigenstande, værdier, af værdigenstande
Τιμαλφή στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τιμαλφή

τιμαλφή σημαινει, τιμαλφή στεφανα, τιμαλφή τι σημαινει, τιμαλφή σημασία, τιμαλφή βικιπαιδεια, τιμαλφή λεξικό γλώσσας δανικά, τιμαλφή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τιμάριο στα δανικά - fejde, Feud, striden, fejden
  • τιμή στα δανικά - pris, værdi, prisen, priser, Gennemsnitspris
  • τιμαλφής στα δανικά - dyr, værdifuld, kær, værdigenstande, værdier, af værdigenstande
  • τιμητικός στα δανικά - licensens, licenshaverens, licensindehaverens, titular, licensindehaveren
Τυχαίες λέξεις
Τιμαλφή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: værdigenstande, værdier, af værdigenstande