Τιμαλφή στα εσθονικά
Μετάφραση: τιμαλφή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
väärtesemete, väärisesemeid, väärisesemed, väärtasjad, väärisesemete
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τιμαλφή
τιμαλφή σημαινει, τιμαλφή στεφανα, τιμαλφή τι σημαινει, τιμαλφή σημασία, τιμαλφή βικιπαιδεια, τιμαλφή λεξικό γλώσσας εσθονικά, τιμαλφή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- τιμάριο στα εσθονικά - vaenutsema, tasu, maks, liikmemaks, verivaen, lään, vaen, ...
- τιμή στα εσθονικά - auhind, kiirus, hinne, hind, hindama, väärtus, hinna, ...
- τιμαλφής στα εσθονικά - väärtuslik, kallis, väärtesemete, väärisesemeid, väärisesemed, väärtasjad, väärisesemete
- τιμητικός στα εσθονικά - titular, sertifikaatide, tõendi, litsentsi või sertifikaadi, litsentsiomaniku
Τυχαίες λέξεις
Τιμαλφή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: väärtesemete, väärisesemeid, väärisesemed, väärtasjad, väärisesemete
Μεταφράσεις: väärtesemete, väärisesemeid, väärisesemed, väärtasjad, väärisesemete