Φάρμακο στα δανικά
Μετάφραση: φάρμακο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φάρμακο
φάρμακο για τον πονόλαιμο, φάρμακο για άφθες, φάρμακο για μελίγκρα, φάρμακο για την διάρροια, φάρμακο κατά της πρόωρης εκσπερμάτωσης, φάρμακο λεξικό γλώσσας δανικά, φάρμακο στα δανικά
Μεταφράσεις
- φάρδος στα δανικά - vidde, bredde, bredden, width, bredde på
- φάρμα στα δανικά - gård, farm, gården, bedriften, bedrift
- φάση στα δανικά - scene, fase, fasen, etape
- φάσμα στα δανικά - spektrum, område, spektret, frekvenser, frekvensressourcer
Τυχαίες λέξεις
Φάρμακο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet
Μεταφράσεις: lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet