Χαλινάρι στα δανικά

Μετάφραση: χαλινάρι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hovedtøj, Nyt hovedtøj, tøjlen, bridle
Χαλινάρι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαλινάρι

χαλινάρι ετυμολογία, χαλινάρι λεξικό γλώσσας δανικά, χαλινάρι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χαλαρός στα δανικά - halte, frigive, sid, løs, løst, løse, loose
  • χαλαρώνω στα δανικά - slappe, slappe af, at slappe, at slappe af, slap
  • χαλιναγωγώ στα δανικά - hovedtøj, Nyt hovedtøj, tøjlen, bridle
  • χαλινώνω στα δανικά - chalinono
Τυχαίες λέξεις
Χαλινάρι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hovedtøj, Nyt hovedtøj, tøjlen, bridle