Χαρτοφυλάκιο στα δανικά

Μετάφραση: χαρτοφυλάκιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
portefølje, porteføljen, portfolio, beholdning, beholdningen
Χαρτοφυλάκιο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαρτοφυλάκιο

χαρτοφυλάκιο ασφαλείας, χαρτοφυλάκιο προϊόντων, χαρτοφυλάκιο ορισμός, χαρτοφυλάκιο μετοχών, χαρτοφυλάκιο έργων, χαρτοφυλάκιο λεξικό γλώσσας δανικά, χαρτοφυλάκιο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χαρτογραφώ στα δανικά - landkort, chartografo
  • χαρτοπετσέτα στα δανικά - serviet, bindet, servietten, servietter, bindets
  • χαρτοφύλακας στα δανικά - mappe, dokumentmappe, Rejsetaske, mappen, taske
  • χαρτόνι στα δανικά - pap, karton, kartonfremstilling, pappet
Τυχαίες λέξεις
Χαρτοφυλάκιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: portefølje, porteføljen, portfolio, beholdning, beholdningen