Χρηματοδοτώ στα δανικά

Μετάφραση: χρηματοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
finans, finansiering, Finance, finanser, Finansministeriet
Χρηματοδοτώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρηματοδοτώ

χρηματοδοτώ συνώνυμα, χρηματοδοτώ λεξικό γλώσσας δανικά, χρηματοδοτώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χρεοκοπημένος στα δανικά - konkurs, fallit, konkursramte, bankerot
  • χρηματιστής στα δανικά - børsmægler, børsmæglerselskab, fondsmæglerselskab, børsmæglerens, fondsmægler
  • χρηματοδότηση στα δανικά - finansiering, finansieringen, finansiering af, finansiere, finansieres
  • χρηματοκιβώτιο στα δανικά - pengeskab, sikker, sikkert, sikre, safeboks
Τυχαίες λέξεις
Χρηματοδοτώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: finans, finansiering, Finance, finanser, Finansministeriet