Χτίζω στα δανικά

Μετάφραση: χτίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bygge, konstruere, fremstille, jeg bygger, jeg bygge, opbygger jeg, bygger jeg
Χτίζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χτίζω

χτίζω πέτρα, χτίζω σπίτι, χτίζω ή χτίζω, χτίζω ανακαινίζω, χτίζω σπίτι μόνος μου, χτίζω λεξικό γλώσσας δανικά, χτίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χτένα στα δανικά - rede, kæmme, kam, kammen, comb
  • χτένι στα δανικά - kammusling, Tungekant, scallop, stor kammusling, kammuslinger
  • χτίστης στα δανικά - murer, Mason, frimurer, i Mason
  • χταπόδι στα δανικά - blæksprutte, ottearmet blæksprutte, blæksprutter, octopus, blæksprutten
Τυχαίες λέξεις
Χτίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bygge, konstruere, fremstille, jeg bygger, jeg bygge, opbygger jeg, bygger jeg