Άσχετος στα εσθονικά

Μετάφραση: άσχετος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ebaoluline, asjakohatu, oma tähtsust, ole asjakohane, asjakohatud
Άσχετος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άσχετος

άσχετος συνώνυμα, άσχετος λεξικό γλώσσας εσθονικά, άσχετος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • άσυλο στα εσθονικά - asüül, varjupaik, varjupaiga, varjupaigataotluse, varjupaigapoliitika, varjupaika
  • άσφαλτος στα εσθονικά - asfalteerima, asfalt, bituumen, asfaldi, asfaldimasinad, asfaldilaoturid, asfaldist
  • άσχημα στα εσθονικά - kehvasti, väga, viletsalt, halb, halva, halvad, halba, ...
  • άσχημος στα εσθονικά - inetu, kole, koledad, inetud, ugly
Τυχαίες λέξεις
Άσχετος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ebaoluline, asjakohatu, oma tähtsust, ole asjakohane, asjakohatud