Άσχετος στα ουγγρικά

Μετάφραση: άσχετος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
irreleváns, lényegtelen, releváns, nem releváns, bír jelentőséggel
Άσχετος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άσχετος

άσχετος συνώνυμα, άσχετος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, άσχετος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • άσυλο στα ουγγρικά - menhely, menekültügyi, menedékjog, menekültügy, menedékjogot, menedékjog iránti
  • άσφαλτος στα ουγγρικά - aszfalt, aszfaltozó, aszfaltozott, aszfalt terítõ, aszfalton
  • άσχημα στα ουγγρικά - rossz, a rossz, rosszul, gonosz
  • άσχημος στα ουγγρικά - ronda, csúf, csúnya, rút
Τυχαίες λέξεις
Άσχετος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: irreleváns, lényegtelen, releváns, nem releváns, bír jelentőséggel