Ανάπαυλα στα εσθονικά

Μετάφραση: ανάπαυλα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
puhkepaus, vaheaeg, hingamisruumi, hingetõmbeaega, kohanemisperioodiga, jätma hingamisruumi, hingamisruumi tegevust
Ανάπαυλα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάπαυλα

σχολική ανάπαυλα, ανάπαυλα συνώνυμο, ανάπαυλα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανάπαυλα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ανάμνηση στα εσθονικά - mälu, mällu, mäluga, mäludega, mälus
  • ανάξιος στα εσθονικά - ebaväärikas, vääritu, pärimiskõlbmatu, vääritud, ei vääri
  • ανάπηρος στα εσθονικά - vigane, puudega, paikapidamatu, halvama, jalutu, sandistama, kehtetu, ...
  • ανάπτυξη στα εσθονικά - väljatöötamine, areng, kasv, arendus, arengu, arengut, arendamise, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάπαυλα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: puhkepaus, vaheaeg, hingamisruumi, hingetõmbeaega, kohanemisperioodiga, jätma hingamisruumi, hingamisruumi tegevust