Αρμέγω στα εσθονικά
Μετάφραση: αρμέγω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
piim, lüpsma, armego
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρμέγω
αρμέγω στα αγγλικά, αρμέγω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αρμέγω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αρλεκίνος στα εσθονικά - kloun, arlekiin, Harlequin, Arlekiinfaktor, Harlekiini
- αρμάδα στα εσθονικά - armaada, Armada, tiimiga, tiimist, Tiimi
- αρμοδιότητα στα εσθονικά - määramispiirkond, kompetentsus, provints, haldusala, pädevus, valdus, pädevuse, ...
- αρμονία στα εσθονικά - ühildumine, ühtsus, üksmeel, harmoonia, harmooniat, harmoonias, kooskõla, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρμέγω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: piim, lüpsma, armego
Μεταφράσεις: piim, lüpsma, armego