Ασθένεια στα εσθονικά
Μετάφραση: ασθένεια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tervisehäire, haigus, tõbi, haiguse, haiguste, haigust, haigusega
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασθένεια
ασθένεια η τέλεια λύση που βρίσκει ο εγκέφαλος, ασθένεια huntington, ασθένεια του crohn, ασθένεια λύκος, ασθένεια εργαζομένου, ασθένεια λεξικό γλώσσας εσθονικά, ασθένεια στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ασημί στα εσθονικά - hõbe, hõbedane, hõbedat, hõbeda, silver
- ασημαντότητα στα εσθονικά - tähtsusetus, vähese, tähtsusetu, tähtsusetust, puudub tähtsus
- ασθενής στα εσθονικά - kannatlik, patsient, patsiendi, patsiendile, patsientide, patsiendil
- ασθενικός στα εσθονικά - mannetu, nõrk, haiglane, viril, hädine, kidur, ebatervislik
Τυχαίες λέξεις
Ασθένεια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tervisehäire, haigus, tõbi, haiguse, haiguste, haigust, haigusega
Μεταφράσεις: tervisehäire, haigus, tõbi, haiguse, haiguste, haigust, haigusega