Ασθένεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: ασθένεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ziekten, aandoening, ziekte, kwaal, de ziekte, ziekte van, de ziekte van
Ασθένεια στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασθένεια

ασθένεια η τέλεια λύση που βρίσκει ο εγκέφαλος, ασθένεια huntington, ασθένεια του crohn, ασθένεια λύκος, ασθένεια εργαζομένου, ασθένεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ασθένεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ασημί στα ολλανδικά - zilver, verzilveren, zilveren, silver
  • ασημαντότητα στα ολλανδικά - onbeduidendheid, nietigheid, geringe aandeel, onbelangrijkheid, onbetekenendheid
  • ασθενής στα ολλανδικά - patiënt, zieke, geduldig, de patiënt, patiënten, patient
  • ασθενικός στα ολλανδικά - zwak, aftands, wrak, uitgewoond, licht, bouwvallig, uitgeleefd, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασθένεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ziekten, aandoening, ziekte, kwaal, de ziekte, ziekte van, de ziekte van