Δύσκολος στα εσθονικά
Μετάφραση: δύσκολος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sitke, keeruline, kõva, kange, kõvasti, vintske, raske, konksuga, raskeks, raskem, keeruliseks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δύσκολος
δύσκολος συνώνυμα, δύσκολος ετυμολογία, δύσκολος δρόμος, δύσκολος τοκετός, δύσκολος καιρός για πρίγκιπες, δύσκολος λεξικό γλώσσας εσθονικά, δύσκολος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- δύση στα εσθονικά - läände, lääs, libahunt, läänes, lääne, lääne pool, lääne suunas
- δύσκαμπτος στα εσθονικά - jäik, jäigad, kange, jäiga, kõva
- δύσπιστος στα εσθονικά - skeptik, kahtleja, uskmatu, uskumatuid, uskmatut, umbusklikud, Epäilevä
- δύστροπος στα εσθονικά - ebausaldatav, Äkäinen
Τυχαίες λέξεις
Δύσκολος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sitke, keeruline, kõva, kange, kõvasti, vintske, raske, konksuga, raskeks, raskem, keeruliseks
Μεταφράσεις: sitke, keeruline, kõva, kange, kõvasti, vintske, raske, konksuga, raskeks, raskem, keeruliseks