Ερείπια στα εσθονικά
Μετάφραση: ερείπια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jäänused, varemed, varemetest, varemetes, varemete, varemeid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερείπια
ερείπια τάρλοου, ερείπια ντοκιμαντέρ, ερείπια αρχαίασ πόλησ κοντά στο χόρτο, ερείπια οροθετικές γυναίκες. το χρονικό μιας διαπόμπευσης, ερείπια σάρα κέιν, ερείπια λεξικό γλώσσας εσθονικά, ερείπια στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- εργολάβος στα εσθονικά - töövõtja, peatöövõtja, lepinguosaline, tööettevõtja, töövõtjale, lepingupool
- εργοστάσιο στα εσθονικά - vabrik, istutama, tehas, frees, taim, veski, jahvatama, ...
- ερεθίζω στα εσθονικά - süütama, ärritama, kütma, üles kütma, Raivostuttaa, need põletikuliseks
- ερειστικός στα εσθονικά - vaidlushimuline, ereistikos
Τυχαίες λέξεις
Ερείπια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: jäänused, varemed, varemetest, varemetes, varemete, varemeid
Μεταφράσεις: jäänused, varemed, varemetest, varemetes, varemete, varemeid