Ερείπια στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ερείπια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
morto, cadáver, defunto, ruínas, ruínas de, as ruínas, ruinas, ruins
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερείπια
ερείπια τάρλοου, ερείπια ντοκιμαντέρ, ερείπια αρχαίασ πόλησ κοντά στο χόρτο, ερείπια οροθετικές γυναίκες. το χρονικό μιας διαπόμπευσης, ερείπια σάρα κέιν, ερείπια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ερείπια στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εργολάβος στα πορτογαλικά - contratante, empreiteiro, adjudicatário, contratado, contratada
- εργοστάσιο στα πορτογαλικά - moinhos, fincar, leite, vegetal, prancha, ordenhar, fato, ...
- ερεθίζω στα πορτογαλικά - irrigar, zangar, fraco, inflamar, abrasar, inflame, inflamam, ...
- ερειστικός στα πορτογαλικά - ereistikos
Τυχαίες λέξεις
Ερείπια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: morto, cadáver, defunto, ruínas, ruínas de, as ruínas, ruinas, ruins
Μεταφράσεις: morto, cadáver, defunto, ruínas, ruínas de, as ruínas, ruinas, ruins