Εφαρμοστός στα εσθονικά

Μετάφραση: εφαρμοστός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kohaldatud, sobitatud, liibuv, Piukka
Εφαρμοστός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφαρμοστός

εφαρμοστός λεξικό γλώσσας εσθονικά, εφαρμοστός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εφάπτομαι στα εσθονικά - piirnema, külgnema, osculate
  • εφαρμογή στα εσθονικά - rakendus, rakendamine, teostamine, jõustamine, maksmapanek, teostus, taotlus, ...
  • εφαρμόζω στα εσθονικά - manustama, taotlema, haldama, kehtima, kohaldama, rakendama, kohaldatakse
  • εφαρμόσιμος στα εσθονικά - kohaldatav, rakendatav, elluviidav, mõistlik, kohaldatavad, kohaldatava, mida kohaldatakse, ...
Τυχαίες λέξεις
Εφαρμοστός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kohaldatud, sobitatud, liibuv, Piukka