Εφαρμοστός στα πολωνικά

Μετάφραση: εφαρμοστός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zdolny, obcisły
Εφαρμοστός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφαρμοστός

εφαρμοστός λεξικό γλώσσας πολωνικά, εφαρμοστός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • εφάπτομαι στα πολωνικά - dołączyć, graniczyć, opierać, przyłączyć, stykać, sąsiadować, dopisać, ...
  • εφαρμογή στα πολωνικά - smarowanie, nanoszenie, realizowanie, pozew, wdrożenie, zgłoszenie, egzekucja, ...
  • εφαρμόζω στα πολωνικά - realizować, rozdawać, zarządzać, posmarować, aplikować, gospodarować, składać, ...
  • εφαρμόσιμος στα πολωνικά - wykonalny, stosowny, realny, żywotny, odpowiedni, właściwy, przydatny, ...
Τυχαίες λέξεις
Εφαρμοστός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zdolny, obcisły