Θρέψη στα εσθονικά

Μετάφραση: θρέψη, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
toitumine, väetamine, toit, toitumise, toitumis-, toitumishäired
Θρέψη στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θρέψη

θρέψη των φυτών, θρέψη μαμαλάκης, θρέψη του δέρματος, κακή θρέψη, θρέψη λίπανση φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων, θρέψη λεξικό γλώσσας εσθονικά, θρέψη στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • θράσος στα εσθονικά - tuhar, põsk, häbelikkus, jultumus, julgus, pale, jätkus jultumust, ...
  • θρέφω στα εσθονικά - kuduma, toidab, igaüks toidab
  • θρήσκος στα εσθονικά - religioosne, usklik, usuline, usuliste, usulise, religioossete
  • θρίαμβος στα εσθονικά - triumf, võidutsema, triumfi, võidukäik, triumph, võiduks
Τυχαίες λέξεις
Θρέψη στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: toitumine, väetamine, toit, toitumise, toitumis-, toitumishäired