Θρέψη στα σουηδικά
Μετάφραση: θρέψη, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
näring, nutrition, kost, närings, näringsvärdes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρέψη
θρέψη των φυτών, θρέψη μαμαλάκης, θρέψη του δέρματος, κακή θρέψη, θρέψη λίπανση φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων, θρέψη λεξικό γλώσσας σουηδικά, θρέψη στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- θράσος στα σουηδικά - effrontery, fräckhet, oförskämdhet, fräckheten
- θρέφω στα σουηδικά - sticka, Ger näring, näring, vårdar, ger näring åt, näring åt
- θρήσκος στα σουηδικά - religiös, religiösa, annat, religiöst, religions
- θρίαμβος στα σουηδικά - triumfera, triumf, seger, triumfen, triumph
Τυχαίες λέξεις
Θρέψη στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: näring, nutrition, kost, närings, näringsvärdes
Μεταφράσεις: näring, nutrition, kost, närings, näringsvärdes