Θρέψη στα ισπανικά
Μετάφραση: θρέψη, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alimentación, nutrición, pasto, alimento, la nutrición, nutricional, de nutrición
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρέψη
θρέψη των φυτών, θρέψη μαμαλάκης, θρέψη του δέρματος, κακή θρέψη, θρέψη λίπανση φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων, θρέψη λεξικό γλώσσας ισπανικά, θρέψη στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- θράσος στα ισπανικά - audacia, temeridad, valor, atrevimiento, frescura, descaro, desvergüenza, ...
- θρέφω στα ισπανικά - nutre, Alimenta, la sustenta, lo sustenta, la alimenta
- θρήσκος στα ισπανικά - religioso, devoto, religiosa, religiosos, religiosas, religión
- θρίαμβος στα ισπανικά - triunfar, triunfo, victoria, el triunfo, triunfo de, éxito
Τυχαίες λέξεις
Θρέψη στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: alimentación, nutrición, pasto, alimento, la nutrición, nutricional, de nutrición
Μεταφράσεις: alimentación, nutrición, pasto, alimento, la nutrición, nutricional, de nutrición