Θρέψη στα ρουμανικά
Μετάφραση: θρέψη, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aliment, nutriție, nutritie, nutrițională, nutriționale, nutriția
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρέψη
θρέψη των φυτών, θρέψη μαμαλάκης, θρέψη του δέρματος, κακή θρέψη, θρέψη λίπανση φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων, θρέψη λεξικό γλώσσας ρουμανικά, θρέψη στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- θράσος στα ρουμανικά - obraz, nerușinare, impertinență, cinism, afront
- θρέφω στα ρουμανικά - Hrănește, hraneste, îl hrănește, o hrănește
- θρήσκος στα ρουμανικά - religios, religioasă, religioase, religioasa
- θρίαμβος στα ρουμανικά - triumf, triumful, triumfului, victorie, de triumf
Τυχαίες λέξεις
Θρέψη στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: aliment, nutriție, nutritie, nutrițională, nutriționale, nutriția
Μεταφράσεις: aliment, nutriție, nutritie, nutrițională, nutriționale, nutriția