Κάγκελο στα εσθονικά

Μετάφραση: κάγκελο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
trell, barjäär, kang, trepikäsipuu, banister, Trepikäsipuude, trepikäsipuuga, käsipuupost
Κάγκελο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάγκελο

κάγκελο στα αγγλικά, κάγκελο αλουμινίου, κάγκελο σκάλασ, κάγκελο παιδικού κρεβατιού, κάγκελο inox, κάγκελο λεξικό γλώσσας εσθονικά, κάγκελο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κάβα στα εσθονικά - võlv, toenghüpe, kelder, keldris, keldri, keldrisse, keldrist
  • κάγκελα στα εσθονικά - iluvõre, luuk, reelingud, piirded, välistemperatuuri, välistemperatuuri näidik, korrektor
  • κάδος στα εσθονικά - prügitünn, kast, salv, kopp, bucket, ämber, varustus kopp, ...
  • κάθε στα εσθονικά - iga, igaühele, kõik, kohta, igal, igas, igale
Τυχαίες λέξεις
Κάγκελο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: trell, barjäär, kang, trepikäsipuu, banister, Trepikäsipuude, trepikäsipuuga, käsipuupost