Κοντός στα εσθονικά
Μετάφραση: κοντός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lühike, lühikese, lühikest, lühikesed, lühikeste
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοντός
κοντός ψαλμός αλληλούια σημαίνει, κοντός ψαλμός, κοντός πρόεδρος εοπυυ, κοντός παπούτσια, κοντός εοπυυ, κοντός λεξικό γλώσσας εσθονικά, κοντός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κοντινός στα εσθονικά - lähedalasuv, ligidal, külgnev, lähedal, tihedas, lähedale, tihe, ...
- κοντολογίς στα εσθονικά - lühidalt, põgusalt, lühikese, lühidalt öeldes, lühikeste, lühike
- κοπάδι στα εσθονικά - kogudus, hulk, kari, parv, madal, karja, karjas, ...
- κοπάζω στα εσθονικά - lammutama, sumbuma, annulleerima, raugema, alanema, alla laskma, leevenema, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοντός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lühike, lühikese, lühikest, lühikesed, lühikeste
Μεταφράσεις: lühike, lühikese, lühikest, lühikesed, lühikeste