Κοφτερός στα εσθονικά
Μετάφραση: κοφτερός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
täpselt, lõikav, terav, järsk, teravaid, teravad, teravate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοφτερός
γιάννης κοφτερός, αλέξανδροσ κοφτερόσ, κοφτερός συνώνυμα, γιάννος κοφτερός, κοφτερός συνώνυμο, κοφτερός λεξικό γλώσσας εσθονικά, κοφτερός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κοφίνι στα εσθονικά - korv, ostukorvi, ostukorvist, korvi, ostukorv
- κοφτά στα εσθονικά - järsult, äkiliselt, teravalt, napisõnaliselt, tõredalt
- κοφτός στα εσθονικά - äkiline, järsk, staccato, Pinge tõustes lisatakse hüppelisele
- κοψίδι στα εσθονικά - liigend, gobbet
Τυχαίες λέξεις
Κοφτερός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: täpselt, lõikav, terav, järsk, teravaid, teravad, teravate
Μεταφράσεις: täpselt, lõikav, terav, järsk, teravaid, teravad, teravate