Παραγωγή στα εσθονικά
Μετάφραση: παραγωγή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tulem, tulu, väljund, lavastamine, toodang, tootmine, tootma, tootmise, tootmiseks, tootmist, toodangu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγή
παραγωγή γάλακτος, παραγωγή μανιταριών, παραγωγή γραπτού λόγου, παραγωγή καπνού, παραγωγή μπύρας, παραγωγή λεξικό γλώσσας εσθονικά, παραγωγή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- παραγνωρίζω στα εσθονικά - eiramine, viga, vea, kogemata, ekslikult
- παραγραφή στα εσθονικά - retseptiga, aegumine, vääratus, möödumine, kehtivuse lõppemise, aegumise korral
- παραγωγικός στα εσθονικά - loov, produktiivne, tootev, tootliku, tootlikumaks, tootlikud, produktiivse
- παραγωγικότητα στα εσθονικά - produktiivsus, tootlikkus, loovus, tootlikkuse, tootlikkust, tootlikkusele, tööviljakuse
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tulem, tulu, väljund, lavastamine, toodang, tootmine, tootma, tootmise, tootmiseks, tootmist, toodangu
Μεταφράσεις: tulem, tulu, väljund, lavastamine, toodang, tootmine, tootma, tootmise, tootmiseks, tootmist, toodangu