Παραγωγή στα λευκορωσικά

Μετάφραση: παραγωγή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адбыцца, вытворчасць, вытворчасьць, вытворчасці
Παραγωγή στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραγωγή

παραγωγή γάλακτος, παραγωγή μανιταριών, παραγωγή γραπτού λόγου, παραγωγή καπνού, παραγωγή μπύρας, παραγωγή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παραγωγή στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • παραγνωρίζω στα λευκορωσικά - забывацца, памылка
  • παραγραφή στα λευκορωσικά - прамежак
  • παραγωγικός στα λευκορωσικά - прадуктыўнай, прадукцыйнай, плённай, плённая, прадуктыўнага
  • παραγωγικότητα στα λευκορωσικά - прадукцыйнасць
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адбыцца, вытворчасць, вытворчасьць, вытворчасці