Παραγωγή στα ισλανδικά
Μετάφραση: παραγωγή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
framleiðsla, framleiðslu, framleiðslugeta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγή
παραγωγή γάλακτος, παραγωγή μανιταριών, παραγωγή γραπτού λόγου, παραγωγή καπνού, παραγωγή μπύρας, παραγωγή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παραγωγή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- παραγνωρίζω στα ισλανδικά - mistök, rangt, mistök sem, misskilja, mistökin
- παραγραφή στα ισλανδικά - mistök, fellur niður, líður, falla niður, tímamörk
- παραγωγικός στα ισλανδικά - afkastamikill, skapandi, gefandi, framleiðni, farsælt
- παραγωγικότητα στα ισλανδικά - framleiðni, afköst, framleiðnivöxtur, framleiðniaukning
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: framleiðsla, framleiðslu, framleiðslugeta
Μεταφράσεις: framleiðsla, framleiðslu, framleiðslugeta