Ρευστότητα στα εσθονικά
Μετάφραση: ρευστότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
likviidsus, likviidsuse, likviidsust, likviidsusele, likviidsusriski
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρευστότητα
ρευστότητα εταιρείας, ρευστότητα ελληνικών τραπεζών, ρευστότητα english, ρευστότητα συνώνυμο, ρευστότητα επιχείρησης, ρευστότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ρευστότητα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ρευστοποίηση στα εσθονικά - likvideerimine, likvideerimise, likvideerimisel, likvideerimist, likvideeritava
- ρευστοποιώ στα εσθονικά - liquify
- ρεύμα στα εσθονικά - kulg, nüüdne, vool, jõesuue, oja, praegune, praeguse, ...
- ρημάζω στα εσθονικά - laastama, laastavate, laastavad, Runnella, hävitavas toimes
Τυχαίες λέξεις
Ρευστότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: likviidsus, likviidsuse, likviidsust, likviidsusele, likviidsusriski
Μεταφράσεις: likviidsus, likviidsuse, likviidsust, likviidsusele, likviidsusriski