Σερβάντα στα εσθονικά
Μετάφραση: σερβάντα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
puhvetkapp, servanta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σερβάντα
σερβάντα λεξικό γλώσσας εσθονικά, σερβάντα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- σεξουαλικότητα στα εσθονικά - seksuaalsus, seksuaalsuse, seksuaalsust, seksuaalsusega, seksuaalsusest
- σεπτός στα εσθονικά - kõrgeauline, auväärne, auväärse, auväärses, auväärsed, auväärsele
- σεργιανίζω στα εσθονικά - jalutustee, promenaad, pardaliist, tantsupidu, jalutama, jalutuskäigu, jalutuskäiku, ...
- σεφ στα εσθονικά - peakokk, kokk, koka, chef, peakoka
Τυχαίες λέξεις
Σερβάντα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: puhvetkapp, servanta
Μεταφράσεις: puhvetkapp, servanta