Σερβάντα στα ολλανδικά

Μετάφραση: σερβάντα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kast, buffet, servanta
Σερβάντα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σερβάντα

σερβάντα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σερβάντα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σεξουαλικότητα στα ολλανδικά - seksualiteit, de seksualiteit, sexualiteit, seksuele, sexuality
  • σεπτός στα ολλανδικά - eerbiedwaardig, eerbiedwaardige, venerable, eerwaardige, eerbare
  • σεργιανίζω στα ολλανδικά - wandeldreef, tippelen, tippel, lopen, promenade, wandelen, wandeling, ...
  • σεφ στα ολλανδικά - chefkok, chef, kok, chef kok
Τυχαίες λέξεις
Σερβάντα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kast, buffet, servanta