Έξοδα στα ισλανδικά
Μετάφραση: έξοδα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gjöld, kostnaður, útgjöld, kostnað, kostnaði
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έξοδα
έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 2014, έξοδα φαρμακευτικής περίθαλψης, έξοδα αγοράς ακινήτου, έξοδα σύστασης ικε, έξοδα διάθεσης, έξοδα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, έξοδα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- έξη στα ισλανδικά - vani, sex, og sex
- έξι στα ισλανδικά - sex, og sex
- έξοδος στα ισλανδικά - útgangur, hætta, loka, brottför, hættir, Exit
- έξοχα στα ισλανδικά - glæsilegur, stórkostlegur, primely
Τυχαίες λέξεις
Έξοδα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gjöld, kostnaður, útgjöld, kostnað, kostnaði
Μεταφράσεις: gjöld, kostnaður, útgjöld, kostnað, kostnaði