Αιτιολογία στα ισλανδικά

Μετάφραση: αιτιολογία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vit, orsök, ástæða, reasoning, rökstuðningur, rökhugsun, rökstuðning, röksemdafærsla
Αιτιολογία στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιτιολογία

αιτιολογία κανονιστικών πράξεων, αιτιολογία δικαστικών αποφάσεων, αιτιολογία τραυλισμού, αιτιολογία διοικητικής πράξης, αιτιολογία των διοικητικών πράξεων, αιτιολογία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αιτιολογία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αιτία στα ισλανδικά - vit, orsök, ástæða, valdið, valda, veldur
  • αιτιατική στα ισλανδικά - þolfall, þolfalli, þolfalli eða
  • αιτιολογώ στα ισλανδικά - hagræða, hagræða í, rökstyðja, að hagræða, réttlæta
  • αιτούμαι στα ισλανδικά - hér, hér með, hér með yfir
Τυχαίες λέξεις
Αιτιολογία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vit, orsök, ástæða, reasoning, rökstuðningur, rökhugsun, rökstuðning, röksemdafærsla