Αναμονή στα ισλανδικά
Μετάφραση: αναμονή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tilhlökkun, bíða, að bíða, bíða eftir, bíður, að bíða eftir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναμονή
αναμονή συνώνυμα, αναμονή κλήσης, αναμονή ιατρικών ειδικοτήτων αθήνα, αναμονή κλήσεων οτε, αναμονή ειδικοτήτων, αναμονή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναμονή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αναμιγνύω στα ισλανδικά - blanda, commingle
- αναμνηστικό στα ισλανδικά - minja, minjagrip, Souvenir, Minjagripir
- αναμφίβολος στα ισλανδικά - efalaus, efalauss, indubitable, Ótvíræður
- αναμφισβήτητα στα ισλανδικά - óyggjandi, indisputably, Ómótmælanlega, með óyggjandi
Τυχαίες λέξεις
Αναμονή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tilhlökkun, bíða, að bíða, bíða eftir, bíður, að bíða eftir
Μεταφράσεις: tilhlökkun, bíða, að bíða, bíða eftir, bíður, að bíða eftir