Αναπτύσσομαι στα ισλανδικά

Μετάφραση: αναπτύσσομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þróast, framkalla, form, lögun, stærðum, colours, form til
Αναπτύσσομαι στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπτύσσομαι

αναπτύσσομαι στα αγγλικα, αναπτύσσομαι κλιση, αναπτύσσομαι συνώνυμα, αναπτύσσομαι ρήμα, αναπτύσσομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναπτύσσομαι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναπροσαρμόζομαι στα ισλανδικά - aðlagað, leiðrétt, leiðréttri, leiðrétt gildi, endurmetna
  • αναπτήρας στα ισλανδικά - léttari, léttara, ljósari
  • αναπτύσσω στα ισλανδικά - þróast, framkalla, þróa, að þróa, þróun, koma
  • αναπόφευκτα στα ισλανδικά - óhjákvæmilega, óhjákvæmilega að, óhjákvæmilegt, óumflýjanlega, óhjákvæmilega í
Τυχαίες λέξεις
Αναπτύσσομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þróast, framkalla, form, lögun, stærðum, colours, form til