Αναστηλώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αναστηλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hækka, reisa, aftur, endurreist, endurheimta, skila aftur, að endurheimta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστηλώνω
αναστηλώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναστηλώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αναστενάζω στα ισλανδικά - andvarp, andvarpa, andvarpaði, andvarpaði og, þytur
- αναστεναγμός στα ισλανδικά - andvarp, andvarpa, andvarpaði, andvarpaði og, þytur
- αναστολή στα ισλανδικά - dreifa, Sviflausnin, sviflausn, fjöðrun
- αναστροφή στα ισλανδικά - Inversion, Hverfing
Τυχαίες λέξεις
Αναστηλώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hækka, reisa, aftur, endurreist, endurheimta, skila aftur, að endurheimta
Μεταφράσεις: hækka, reisa, aftur, endurreist, endurheimta, skila aftur, að endurheimta