Αρέσκεια στα ισλανδικά

Μετάφραση: αρέσκεια, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fylli, mætur
Αρέσκεια στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρέσκεια

η αρέσκεια, αρέσκεια λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αρέσκεια στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αράχνη στα ισλανδικά - kónguló, Spider
  • αρένα στα ισλανδικά - Arena, vettvangi, vettvangur, vettvang, leikvangur
  • αρέσω στα ισλανδικά - líkur, líka, hugnast, eins, eins og, svona
  • αραβούργημα στα ισλανδικά - Arabesque
Τυχαίες λέξεις
Αρέσκεια στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fylli, mætur